Σάββατο 13 Απριλίου 2024

Η Σαπφική Ωδή του Samuel Taylor Coleridge

Τελειόφοιτος στο Κέμπριτζ το 1792, ο Samuel Taylor Coleridge πήρε μέρος σε έναν διαγωνισμό του πανεπιστημίου που ζητούσε από τους συμμετέχοντες φοιτητές να γράψουν ένα ποίημα με τον τρόπο μιας αρχαιοελληνικής ποιητικής σύνθεσης. Το αποτέλεσμα ήταν μια Σαπφική ωδή 100 στίχων αποτελούμενη από 25 τετράστιχα γραμμένα στα αρχαία ελληνικά, χάρις στην οποία ο νεαρός ποιητής διακρίθηκε στον διαγωνισμό κερδίζοντας το μετάλλιο της νίκης. Στο ποίημα αυτό, ο Coleridge εξιστορούσε τα δεινά της δουλείας, η οποία τότε ακόμα δεν είχε εξαλειφθεί στην Μεγάλη Βρετανία, και ακόμα και αφού αυτό συνέβη, χρειάστηκε να περάσουν πολλά χρόνια μέχρι οι σκλάβοι να ελευθερωθούν από τις αποικίες. Αν και η καλλιτεχνική αξία του ποιήματος έχει αμφισβητηθεί από τους μελετητές, λόγω του ότι ο ποιητής ήταν πολύ νέος όταν το έγραψε και αντιμετώπισε τη σύνθεσή του περισσότερο σαν μια ποιητική άσκηση - κάτι που ήταν άλλωστε - συν του ότι η χρήση της αρχαίας ελληνικής από τον Coleridge δεν είναι πάντα απόλυτα σωστή, η ωδή αυτή δεν παύει να είναι άξια αναφοράς, και μία περίπτωση που παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον έτσι κι αλλιώς.


Ω σκότω πύλας, Θανατε, προλείπων

Ές γένος σπεύδων ἵθι ζεύχθεν

Ὀυ ξενισθήσῃ γενύων σπαραγμοῖς

                 Ὀυδ’ ὀλολυγμῷ,


Ἀλλὰ καὶ κύκλοισι χοροιτύποισιν

Κἀσμάτων χαρᾷ; φοβερὸς μὲν ἐσσί,

Ἀλλ' ὁμῶς Ἐλευθερίᾳ συνοικεῖς,

                 Στυγνὲ Τύραννε!


Δασκίοις ἐπὶ ἀιρόμενοι πτερoισι

Tραχὺ μακρῶ Ὠκεᾰνῶ δι’οἶδμα                 

Ἀδονᾶν φῐ́λας ἐς ἔδρας πέτωνται

                 Γαν τε πατρώαν


Ἔνθα μὰν ἔρασταὶ ἐρωμένῃσιν

Ἀμπὶ κρουνοῖσιν κιτρίων ὑπ' ἀλσῶν,

Oἶα πρὸς βροτῶν ἔπαθον βροτοί, τὰ

                 Δεινὰ λέγοντι.


Φευ, κόρω Nᾶσοι φονίω γέμουσαι

Δυσθεατοῖς ἀμφιθαλεῖς κακοῖσι

Πᾶ νοσεῖ λιμὸς, βρέμεταί τε πλάγα

                 Ἀιματόεσσα,                               


Ἀμμέων ἴω ποσάκις πρόσηζεν

Ὀππάτεσσι δακρυόεσσ' ὀμίχλη,

Ποσσάκις κ' ᾄμα κραδία στέναζεν!

                 Ἀινοπαθει γὰρ


Δουλίᾳ γέννᾳ Βαρέως συναλγῷ,

Ὠς ἀφωντήῳ στεναχεῦντι πενθεῖ,

Ὠς πόνων δίναις στυγέρων κύκλουνται,

                 Τέκνα Ἀνάγκας.


Ἀμέπῃσ' ἔπει ἀφιλῃσιν ἄμπι

Κᾶυμα, καὶ Λοιμὸς, Καματός τ' ἄφερτος         

Μάρναται, καὶ Μναμοσύνας τὰ πικρὰ

                 Φάσματα λυγρᾶς.


Φεῦ· κάμοντας Μάστις ἄγρυπνος ὀρμα,

Ἄλιον πρίν ἄν ἐπέγειρεν Ἄως·

Κ' Ἄματος δύνει γλυκύδερκες ἄστρον,

                 Πένθεα δ' ἀνθεῖ


Ἐις ἄεν· ψυχὰν γὰρ ἀωρόνυκτα

Δέιματ' ἐμπλήττει, κότον ἐμπνέοντα·

Ὄμμα κοιμᾶται μελέοις Φόβος δὲ

                  Ὄυδεποτ' ὐπνοῖ.                        


Ἐι δὲ τὶ ψεῦδος μεθέπῳντι ἄδυ

Ἔλπιδος σκίαις μετ' ὀνειροφάντοις,

Ὺβρέως ἀνιστάμενοι τάχ' ὀιστροῖς

                 Ἀλιθιῶνται.


Ω κακοῖσι Δουλοσύνας χλίοντες,

Ἀθλίων ω βοσκόμενοι διοιγμοῖς,

Πᾶιδες ὔβρισται Κόρω, ἀυτάδελφον,

                 Αἶμα δρέποντες,


Ὀυ ρα προσδέρκει τάδ' ἄφυκτον

Ὄμμα; Ὀυ ρα κ'ἄμειψιν Νεμέσις τινάσσει    

Πυρπνόαν; ἀκούετ'; ἤ οὐκ ακούετ';

                  Ὠς χθόνα πάλλει


Πνεύματ' ἐκ ρίζων, καὶ ὐποστένοντι

Γᾶς μυχοὶ, βυθόι τε μυκῶνται ἀινῶς,

Ἐγκοτεῖν τοὺς νέρθεν ὐπεγγύωντες

                 Τοῖς κτανέουσιν!


Ἀλλὰ τίς μ' ᾄχω μελίγαρυς, οἶαι

Δωριᾶν ριπὰι κιθαρᾶν, προσέπτα;

Τίς ποτιστάζει ψιθύρισμον ἄδυν

                 Μάλθακα φώυα;                           


Οἶ! ὀρῶ Κήρυκ' Ἐλέω, κλάδοισιν

Ὠς κατάσκιον κεφελὰν ἐλάιας!

Οἶ! λόγων τέων γάνος, Ἰλβρεφωρσεῦ

                 Χρύσεον ἄιω!


“Πάγα Δακρύων ὄσια, σταλαγμῶν

“Νῦν ἄλις τέων· στεροπᾷ ξεναρκεῖ

“Τᾶς δικᾶς ἀτυζόμενον τεθνάζει

                  “Πῆμα δάμασθεν.


“Ἐμπέσει δ' ἀκταῖς Λιβυκῇσιν οὐκέτ’

“Ἀ χάρις χρυσῶ ἄχαρις βδέλυκτα,                  

“Οἴα ύ ἰππέυει καπυροῖς ἀήταις

                  “ Ἔκπνοα λοιμῶ


“Πάτριδος πόρρω συνομαιμένων τε

“Γῆρας οὐ μόχθοις ἀνόμος παλαίσει

“Τῶ βιῶ ποιφύγματα δύντοσαἴ· αἴ·

                  “ Ἄγρια φυσῶν.


“Ὀυ φόβῳ Μάθηρ ἄμα θεσπιωδῷ

“Στάθεσιν βρέφος πελάσει πινώδες·

“ Ὀυ· περισσῶς ἐκτέταται γὰρ ἤδη

                  “Δούλιον Ἆμαρ.                             


“Ὄιτινες, Δούλοι βλοσυρῶν Δυνάστων,

“Δάκρυον τέυυειν Ελέω παρειὰν

“Οὐδαμῶς ἴδον, μελέοι, πάθοντες

                  “Θπάυματ' ἀκούειν.


“Ὕμμι τὰι Παῖδες Θέμιτος γενοῦνται

“Ἀνθεμίζουσαι βρόδα τᾶς Γαλανᾶς,

“ Ἴρον ἠδ' Ἐλευθερίας σέβας δὴ,

                  “Μάτρος ἀέθλων.”


Τοῖ' ἔπεμψαν ἰμερόεντα μᾶλλον

Ἀῦραι ἤ Νίκας περ’ ὄχος βράδυνθεν                

Τῶν ἀνηριθμῶν ἰάχαι, Θριαμβω

                  Ἄματι τερπνῶ.


Χᾶιρ’ ὄς εὖ νωμᾶς Ἐλέω τὸν οἴακ’!

Ἐργμάτων καλῶν Ἀγάπη πτεροῖσι

Δακρύων ἔντοσθε γέλωτα θεῖσα

                 Σὲ στεφανώσει.


Ἤδε Μοῖσα, τᾶν Ἀρετᾶν ὀπαδὸς,

Σεῖο μεμνᾶσθαι συνεχῶς φιλήσει·

Τλαμόνων ἤδ’ εὐλογίαις πρὸς ἄιθερ’

                 Οὔνομ’ ἀίζει.                                     


Ελεύθερη απόδοση:


Θάνατε, καθώς αποχωρείς από τις πύλες του σκότους

παίρνεις μαζί σου ανθρώπους αλυσοδεμένους με δυστυχία

που δεν τους υποδέχεται κανείς γδέρνοντας μάγουλα

ή θρηνώντας


αλλά χορεύοντας σε έναν κύκλο

με χαρούμενα τραγούδια - γιατί αν και σε φοβούνται

εσύ, αμείληκτε Άρχοντα, είσαι που θα τους εξασφαλίσεις

την ελευθερία


Κάθονται πάνω στα γκρίζα σου φτερά

Πετούν πάνω από τον μεγάλο Ωκεανό

και φτάνουν στα μέρη που τόσο νοστάλγησαν

στις πατρίδες τους


Κι εκεί, δίπλα σε συντριβάνια, μέσα

σε δάση γεμάτα λεμονιές, αφηγούνται στους αγαπημένους τους

πόσο σκληρά τους φέρονταν οι άνθρωποι, αν και ήταν κι εκείνοι άνθρωποι

σαν κι αυτούς


Τι κρίμα να γεμίζουν τα νησία με φονικά

Και να γεννιέται ολόγυρα το απόλυτο κακό

πείνα, αρρώστιες, η ηχώ από τους χτύπους των μαστιγίων

τόσο πολύ αίμα


Πόσες φορές σκέπασε τα μάτια μου

μια δακρυσμένη ομίχλη, πόρες φορές στέναξε

η πονεμένη καρδιά μου

Και η βασανισμένη


φυλή των σκλάβων έχει όλη μου τη συμπόνοια

καθώς στενάζουν με ανείπωτη θλίψη

και μοχθούν ανάμεσα σε κόσμο που τους μισεί

Παιδιά της ανάγκης


Εκείνες τις άγριες μέρες μέσα

στο αφόρητο κάμα, την πείνα, την εξάντληση

πάλευαν με τα θλιμμένα φαντάσματα 

των πικρών τους αναμνήσεων


Όμως το μαστίγιο και η τιμωρία τους οδηγούν

εξαντλημένους από τη δουλειά το χάραμα

Το άστρο της ημέρας τους ρίχνει ένα βλέμμα γλυκό και χάνεται

ενώ οι καημοί μεγαλώνουν


Πάντα και για πάντα. Οι ψυχές τους γεμίζουν τρόμο

Κάθε μεσάνυχτα και τους χτυπάνε οργισμένοι δυνάστες

τα μάτια τους αντικρίζουν μόνο δυστυχία και φόβο

που πάντα αγρυπνά


Αν όμως αναζητήσουν τις γλυκές παραισθήσεις 

της ελπίδας, ανάμεσα σε σκιές ονειρικές,

αυτό θεωρείται Ύβρις και καθώε ξυπνάνε από το όνειρο

Σύγχυση τους κυριεύει


Εσείς που χαίρεστε με την σκλαβιά

και τρέφεστε από τις κραυγές των δυστυχισμένων

παιδιά της Αφθονίας, που χύνετε το αίμα

των αδελφών σας


δεν σαν βλέπει άραγε το μάτι που όλα τα 

παρακολουθεί; Δεν νιώθετε απειλή από την φλογισμένη

ανάσα της Νέμεσης; Ακούτε; Μπορείτε να ακούσετε

πώς άνεμοι από τα έγκατα


ταρακουνάνε τις ρίζες του κόσμου, πώς σπήλαια

βρυχώνται κάτω από τα πόδια μας με τρομακτικές κραυγές

από τα βάθη της γης ζητώντας εκδίκηση

από τους δολοφόνους


Όμως τι είναι αυτή η μελωμένη ηχώ

σαν από Δωρική λύρα, που ακούγεται τώρα;

Τι γαλήνη είναι αυτή που απλώνεται 

με γλυκούς ψιθύρους;


Φτάνει ένας Κήρυκα του Ελέους, με ένα 

στεφάνι από ελιά πάνω από το μέτωπό του

Ακούω τα λόγια σου, Γουίμπερφορς (*)

Πόσο χαρμόσυνα ακούγονται!


"Πηγή των ιερών δαρκρύων, ήρθε η ώρα

να στερέψεις επιτέλους, καθώς 

οι κεραυνοί της Δικαιοσύνης

θα πατάξουν τη Δυστυχία.


Θα πάψει πια να σε συνθλίβει η ακτή της Λιβύης (**)

και να σε τρομοκρατούν τα μάγια ενός ανίερου Θεού

και οι άνεμοι της ερήμου να σου φέρνουν

την ανάσα του λοιμού.


Αν και η πατρίδα και οι δικοί σου είναι πολύ μακριά

θα πάψουν πια τα γηρατειά να μάχονται την παρανομία

καθώς θα ακούγεται ο επιθανάτιος

ρόγχος


Θα πάψει επιτέλους η Μητέρα να θηλάζει

το ταλαιπωρημένο της παιδί μέσα στον φόβο

Φτάνει πια! Έχει ήδη τραβήξει πάρα πολύ αυτή

η εποχή της Δουλείας


Εσείς οι σκλάβοι των σκληρών αφεντικών

που δεν είδατε ποτέ ένα δάκρυ οίκτου

να υγραίνει τα μάγουλά τους, που όσα υπομείνατε

δεν αντέχονται καν να ακουστούν


Οι κόρες της Θέμιδας θα έρθουν να σας βρουν

με ανθισμένα πλέγματα από αγιόκλημα

θα έρθει η γαλήνη, η ιερή Ελευθερία

Μητέρα της Γιορτής"


Έρχονται άνεμοι γεμάτοι με αγάπη

Συνοδεύοντας το άρμα της Νίκης

Είναι οι αμέτρητες φωνές που τραγουδούν χαρούμενα

τραγούδια θριάμβου


Χαίρε εσύ που με τα χέρια σου οδηγείς το πηδάλιο του Ελέους

Η υψηλή πνευματική αγάπη, κουβαλώντας στα φτερά της όλα τα καλά

Μπλέκοντας το γέλιο με τα δάκρυα, θα σε στεφανώσει

με κάθε τιμή


Και η Μούσα, θεραπαινίδα της Αρετής

πάντα θα σε θυμάται με αγάπη

και οι ευλογίες των θυμάτων θα υψωθούν στον ουρανό

μεταφέροντας εκεί το όνομά σου


(*) Ο William Wilberforce ήταν πολιτικός, πρωτεργάτης του κινήματος για την κατάργηση της δουλείας

(**) H Λιβύη, από τα αρχαία χρόνια ακόμα, ήταν συνδεδεμένη με το δουλεμπόριο

           


Κομμάτι από το χειρόγραφο του ποιήματος. Το χειρόγραφο του Coleridge βγήκε πρόσφατα σε πλειστηριασμό από τον οίκο Sotheby's και ζητήθηκε από την Μεγάλη Βρετανία να μην γίνουν προσφορές από άλλες χώρες για να παραμείνει στην Αγγλία.



Πέμπτη 21 Μαρτίου 2024

Η Χρυσή Ακρίδα του Royal Exchange

Ο ανεμοδείκτης με τη μορφή της χρυσής ακρίδας

Μια χρυσαφένια λάμψη στον άλλοτε καταγάλανο και άλλοτε κρυμμένο από μελαγχολική ομίχλη ουρανό του Λονδίνου, ο μήκους κάτι παραπάνω από 3 μέτρα ανεμοδείκτης στο ιστορικό κτίριο του Βασιλικού Χρηματιστηρίου απεικονίζει μια χρυσή ακρίδα η οποία στέκεται σαν αιώνιος σιωπηλός φύλακας στο μοναχικό της πόστο, στην κορυφή του πύργου του ρολογιού, στο πίσω μέρος του κτιρίου. Κατασκευασμένο από τον έμπορο και οικονομολόγο των Τυδώρ Sir Thomas Gresham, το κτίριο του Βασιλικού Χρηματιστηρίου εγκαινιάστηκε το 1571, με την χρυσή ακρίδα στην κορυφή του, ως έμβλημα και οικόσημο του ιδρυτή της. 

Άποψη του Βασιλικού Χρηματιστηρίου με την χρυσή ακρίδα να διακρίνεται στην κορυφή του πύργου του ρολογιού

Σύμφωνα με έναν θρύλο, από αυτούς τους τόσο γοητευτικούς που συνοδεύουν τα ιδιότυπα και μοναδικά χαρακτηριστικά κάθε πόλης σε όλο τον κόσμο, αιώνες πριν ένα μωρό που είχε εγκαταλειφθεί σε ένα χωράφι της αγγλικής εξοχής εντοπίστηκε χάρις στο τσιτσίρισμα μιας ακρίδας. Το μωρό αυτό ήταν πρόγονος του Gresham και καθώς χάρις στην ακρίδα κατάφερε να διασωθεί και να έχει συνέχεια η γενιά του, το συγκεκριμένο έντομο καθιερώθηκε σαν ένα σύμβολο άρρηκτα συνδεδεμένο με την οικογένεια και τις επόμενες γενιές της. Όντας σε μια απόσταση 54 μέτρων από το έδαφος, η χρυσή ακρίδα είναι πολύ δύσκολο να θεαθεί από το επίπεδο του δρόμου, εκτός κι αν βρει κανείς το κατάλληλο σημείο σε κάποιο από τα δρομάκια που εκτείνονται γύρω από το κτίριο.

Η χρυσή ακρίδα όπως αναπαρίσταται στο video game "Assassin's Creed Syndicate" το οποίο διαδραματίζεται στο Λονδίνο της Βικτωριανής εποχής

Ή πάλι, αν είναι κανείς τυχερός, μπορεί ίσως να τη δει από λίγο πιο κοντά, από την ταράτσα ενός γειτονικού κτιρίου, αν και εφόσον έχει πρόσβαση εκεί. Αξίζει να αναφερθεί ότι σε μια απόσταση περίπου 0,6 χιλιομέτρων από το Βασιλικό Χρηματιστήριο, η εκκλησία St Mary-le-Bow φιλοξενεί στην κορυφή του καμπαναριού της έναν χρυσό δράκο, από τα πλέον χαρακτηριστικά σύμβολα της Αγγλίας, ο οποίος εγκαταστάθηκε στην θέση αυτή το 1680 και μοιάζει να συνομιλεί από μακριά με την ακριβοθώρητη χρυσή ακρίδα του Sir Thomas Gresham.

Η εκκλησία St Mary-le-Bow με τον χρυσό δράκο στην κορυφή του καμπαναριού


Εμφανιζόμενη ανάρτηση

Το Ισοπεδωμένο Κοιμητήριο (Thomas Hardy)

Η παλιά εκκλησία του Σεν Πάνκρας  «Θυμάσαι τότε που βρήκαμε εκείνον τον άντρα με τα δύο κεφάλια στου Σεν Πάνκρας;» Αυτά τα λόγια ενός φίλου ...